Κωνσταντίνα Δελημήτρου
Θα περίμενε κανείς πως η παραφουσκωμένη προεκλογική παροχολογία και οι ακραίες, προκλητικές και οι όλο και πιο προσβλητικές δηλώσεις των πολιτικών για τους αντιπάλους τους, θα ήταν πια ένα πολύ φθηνό τρικ άγρας ψήφων. Δυστυχώς όμως, όλα αυτά τα εξευτελιστικά ακόμη δουλεύουν μια χαρά.
Προεκλογικά, μπορείς ακόμη δηλαδή να βγεις δημόσια και να εξυβρίσεις, να εξευτελίσεις, να πεις ψέματα, να υποσχεθείς ό,τι μα ό,τι σου κατέβει και κυρίως να αυτοπαινευτείς. Κι ενώ όλα αυτά είναι χαρακτηριστικά ανθρώπων προς αποφυγή, παραδόξως, στην πολιτική είναι τα κύρια συστατικά που ψάχνεις για να επιλέξεις εκείνους που θεωρείς κατάλληλους να ηγηθούν της χώρας σου και να σου εξασφαλίσουν δικαιοσύνη, παιδεία, ισότητα και άλλα Υψηλά.
Ο τέρμα αγενής και απολίτιστος για να τον βάλεις στο σπίτι σου, είναι ο απόλυτος αρχηγός για να σου βάλει τάξη σε ένα ολόκληρο κράτος. Ο πιο άξεστος και γλοιώδης για να τον συστήσεις στους φίλους σου, είναι ο απόλυτος διπλωμάτης για να σε αντιπροσωπεύσει στο εξωτερικό. Ο πιο τεμπέλης για να τον προσλάβεις στην επιχείρησή σου, είναι ο τέλειος υποψήφιος για να διοικήσει τη χώρα σου. Δεν είμαι ψυχολόγος και κυρίως, δεν ξέρω πώς έχει καταφέρει το όποιο μάρκετινγκ να τα γυρίσει τόσο τούμπα με την πραγματικότητα, δεν μπορώ να καταλάβω πως κάτι τόσο παράδοξο συνεχίζει να συμβαίνει, ενώ δεν μπορώ ακόμη να πιστέψω πως υπάρχουν άνθρωποι που δέχονται να πάρουν μέρος σε όλο αυτό το ντροπιαστικό τσίρκο, για μια καρέκλα.
Όμως το τσίρκο έφτασε εδώ που έφτασε, μάλλον δικαίως. Γιατί; Η μόνη ερμηνεία που μπορώ να δώσω, είναι πως ψάχνουμε εκείνους που επιλέγουν να τραβούν το ενδιαφέρον μας, με ακριβώς τους τρόπους και τη θεματολογία που έχουμε εκπαιδευτεί να μας ενδιαφέρουν. Είμαστε η Ελενίτσα και κανείς τους δεν θέλει να γίνει ο επίκουρος με τους μπιντέδες στο Βυζάντιο. Αντίθετα, όλοι επιλέγουν να γίνουν το επόμενο μεγάλο σουξέ μας. Παρότι η θέση αφορά την έδρα της Βυζαντινολογίας.
Το ερώτημα όμως είναι, αν πέρα από τις εντυπώσεις, πέρα από την εικόνα, τη φασαρία και τα βαρετά των προεκλογικών περιόδων, αν οι υποψήφιοι διαθέτουν πραγματικά τα προσόντα να κάνουν τη δουλειά. Αν δηλαδή, πέρα από την κακόγουστη μεν, μα αποτελεσματική διαφημιστική καμπάνια, κρύβεται κάτι χρήσιμο όπως ένας άψογος επαγγελματίας, ένα υπέροχο προϊόν, μια συμφέρουσα προσφορά. Πόσο μάλλον ένας σπουδαίος άνθρωπος. Αν πίσω από αποδεδειγμένα ψέματα ας πούμε,
βρίσκεται ίσως, ένας ικανότατος πολιτικός που αναγκαστικά παίζει αυτό το παιχνίδι για να μπορέσει να υλοποιήσει το όνειρό του να προσφέρει στο κοινωνικό σύνολο.
Η απάντηση μάλλον βρίσκεται και πάλι στους κριτές παύλα καταναλωτές παύλα ψηφοφόρους. Εννοώ δηλαδή, ποιός ακριβώς περιμένουμε να κρίνει τους υποψήφιους; Πίσω στο παράδειγμά μας, θυμίζω πως είμαστε η Ελενίτσα και ως τέτοια, οφείλουμε να κρίνουμε τον επίκουρο της Βυζαντινολογίας και όχι το σουξέ του.Οφείλουμε να κρίνουμε έναν όγκο γνώσης που φαντάζει ασύλληπτος και μάλιστα σε μια γλώσσα που δεν καταλαβαίνουμε ενώ αυτό θα κρίνει το μέλλον μας. Άρα; Άρα συνεχίζουμε το χορό με κολλημένο στο κεφάλι το μεγάλο σουξέ του εκάστοτε αγαπημένου μας καλλιτέχνη.
Κάποτε είχα ακούσει πως ενώ η δημοκρατία είναι πραγματικά εκπληκτική σύλληψη και ενώ δίνει σε όλους δύναμη καθώς η διακυβέρνηση γίνεται με την εκπροσώπηση όλων ανεξαρτήτως των πολιτών, εντούτοις, το μεγαλύτερο πρόβλημά της είναι πως χρειάζεται εκπροσώπους ή μάλλον, το μεγάλο πρόβλημα είναι το ποιον εκείνων που θα σε εκπροσωπήσουν. Τείνω να συμφωνήσω πια, αν και δεδομένης της ανθρώπινης φύσης έχω καταλήξει πως η δημοκρατία συνεχίζει να είναι μακράν ό,τι καλύτερο έχουμε σε πολίτευμα ενώ μας έχει γλιτώσει από πολλά δεινά. Οι εκπρόσωποι όμως σπάνια είναι στ’ αλήθεια δημοκράτες. Κι όταν αυτοί επιλέγονται με μηχανισμούς σουξέ, το πράγμα στραβώνει άσχημα. Διότι, η βούληση της πλειοψηφίας στους εξαιρετικά ρηχούς καιρούς που ζούμε, είναι πια μονάχα ο αντίλαλος της βούλησης της εκάστοτε προεκλογικής καμπάνιας που έχουμε προεπιλέξει πολύ προτού λανσαριστεί. Οι περισσότεροι χωρίς παιδεία, χωρίς ίχνος κριτικής σκέψης και με μπόλικα προβλήματα που ήδη ταλανίζουν το μυαλό, δεν ξέρουμε τί θέλουμε, γιατί το θέλουμε, πώς το θέλουμε και πως να το καταφέρουμε. Πόσο μάλλον, ποιον θέλουμε να τα κάνει όλα αυτά και ποιος είναι ο καταλληλότερος να μας εκπροσωπήσει ή καλύτερα, να ηγηθεί σκέτο. Και γι’ αυτό, αγοράζουμε από τα έτοιμα.
Κάποιοι από εμάς βέβαια, επιλέγουν τον δύσβατο μα σίγουρο δρόμο της σοφίας. Επιλέγουν να μορφωθούν καλά για να θωρακιστούν από την άγνοια. Εκεί λοιπόν έχουμε το ακόμη μεγαλύτερο πρόβλημα όταν σε μια στιγμιαία αναλαμπή, η Ελενίτσα επιλέξει στα καλά καθούμενα να μάθει για να μπορεί να κρίνει, όταν επιλέξει να εμβαθύνει στη γνώση και να τιγκάρει πληροφορία. Δυστυχώς όμως, ακόμη και αυτή η μόρφωση, θα είναι ουσιαστικά η αναπαραγωγή όλων των σουξέ του ήδη αγαπημένου της καλλιτέχνη. Μα κι αν δεν είναι, αν δηλαδή κανείς δεν έχει βάλει από πριν το δαχτυλάκι του να φτιάξει για την Ελενίτσα μια χειροποίητη γνώση, εκείνη είναι ήδη φτιαγμένη να ακούει μόνο σουξέ και μάλιστα συγκεκριμένων καλλιτεχνών. Ακόμα χειρότερα, είναι προγραμματισμένη ήδη να μεταφράζει τα πάντα σε σουξέ, να απορρίπτει οτιδήποτε είναι λιγότερο δραματικό ή διασκεδαστικό, να δυσκολεύεται να θυμηθεί ό,τι δεν έχει ρίμα και να καταλαβαίνει μόνο στην πιασάρικη και νταλκαδιάρικη γλώσσα των σουξέ. Μόνο που μετά την μόρφωσή της η Ελενίτσα, θα έχει και πτυχίο με όλη την αξιοπιστία, τη δύναμη και την εξουσία που της χαρίζει αυτό.
Τίποτε πια δεν έχει τη δύναμη να γλιτώσει από τη λογική του σουξέ. Ένας blogger που θαυμάζω χρόνια, το διατυπώνει στην ουσία του: “It has now become a matter of political ideology whether or not the science on climate change, for example, is credible” ή με λίγα λόγια, έχει πλέον γίνει ζήτημα πολιτικής ιδεολογίας εάν η επιστήμη ως προς την αλλαγή του κλίματος, για παράδειγμα, είναι αξιόπιστη.
Για όλους τους παραπάνω λόγους, δεν είμαι πολύ σίγουρη για τη δημοκρατία, μα έχουμε απόλυτη ισότητα πια. Σε μια ισοπεδωτική εποχή ευκολίας, ελαφρότητας και χαζομάρας, φτάσαμε να είμαστε το ίδιο επιφανειακοί και όλοι μα όλοι παγιδευμένοι σε “ideological ecochambers”, δηλαδή σε ιδεολογικούς θαλάμους αντίλαλων. Δεν διαφέρουμε μεταξύ μας πια σε τίποτα, δεν έχει καμία σημασία η μόρφωση, τα δεδομένα, οι αριθμοί. Για κάθε τι γύρω μας, ακόμη και για αμιγώς επιστημονικά θέματα, οι ερμηνείες έχουν πάντα έναν ρυθμό, αυτόν που προγραμματιστήκαμε να ακούμε αποκλειστικά, όλα έχουν πάντα έναν μόνο σκοπό, τον δικό μας. Αβάντι μαέστρο.