Κωνσταντίνα Δελημήτρου
Αρκεί κάποιος να ακούσει τις δημόσιες συζητήσεις ανοίγοντας ραδιόφωνο για λίγα λεπτά για να έχει μια ακόμη καλύτερη ιδέα για τον εμμονικό τρόπο με τον οποίο εκπαιδευόμαστε να εγκλωβίζουμε το μυαλό σε αδιέξοδα και λάθος τρόπο σκέψης μην τυχόν και ξοκείλουμε βήμα από την προκαθορισμένη αγενή και παράλογη πορεία μας.
Συζητήσεις επί συζητήσεων για το αν θα πρέπει να απαγορευτεί το κάπνισμα στους κλειστούς χώρους, με επιχείρημα τα μικρά παιδιά ή το αν θα πρέπει να υποχρεώσουμε τους παππούδες στα χωριά να πίνουν τον καφέ τους “ορφανό” (ναι το άκουσα κι αυτό). Συζητήσεις (ή μάλλον καυγάδες) για το αν είμαστε αρκετά ελεύθεροι ή όχι ώστε να μπορούμε να ψήνουμε σουβλάκια χοιρινό έξω από τους προσφυγικούς καταυλισμούς -χιλιάδων πεινασμένων_απλά_όχι_για_χοιρινό και αυτό μάλλον είναι προκλητικό.
Ερώτηση “σημαντική για να βγάλουμε ψύχραιμα συμπεράσματα” αν ο Λιάγκας έχει γιους ή κόρες και ανάλογα να κρίνουμε αν δικαιολογείται να γελά δημόσια με την σεξουαλική παρενόχληση της φοιτήτριας -για την οποία πλέον το σκυλομετανιώνει αλλά μόνο επειδή έγινε ρόμπα και αυτός και τα νούμερα της εκπομπής του (λογοπαίγνιο αλέρτ).
Πύρινα λογύδρια για την ελευθερία εντός των πανεπιστημίων που αντί για ελευθερία λόγου, απόψεων και ιδεών τελικά αυτό που συνήθως αφορούν στο δια ταύτα είναι η ελευθερία να τα κάνουμε λαμπόγυαλο ξανά και ξανά χωρίς φόβο να μας μπουζουριάζουν -και που το κράτος για άλλη μια φορά, αυτόματα μετάφρασε σε ντου, λαμπόγυαλο και μπουζούριασμα όλων ανεξαιρέτως δίχως αύριο.
Και παραπέρα, ο κόσμος που συναναστρέφεται και συναντά κανείς καθημερινά, οι περαστικοί, οι οδηγοί των αυτοκινήτων, οι πωλήτριες και τόσοι άλλοι, όταν αποτελούν μόνιμη πηγή δυσφορίας και θυμού, όταν είναι κατά βάση από αγενείς έως βάρβαροι, από παράλογοι έως παρανοϊκοί, αυτό είναι ένα καλό δείγμα του παρελθόντος, του παρόντος αλλά και του μέλλοντος μιας χώρας. Όσοι νόμοι κι αν ψηφιστούν, όσοι κι αν βάλουμε να αστυνομεύουν τους δρόμους και τα κτήρια, όσα χρόνια κι αν περάσουν, κάποια πράγματα μπορεί να είναι νομιμότατα μεν καθοριστικά για την κακή πορεία ενός τόπου δε.
Αν το δεις λίγο πιο αποστασιοποιημένα είναι λες και κάνουμε κάστινγκ σε μια συγκεκριμένη ομάδα ικανών εκπροσώπων αυτών των ιδιαίτερων χαρακτηριστικών, για να τους βλέπουμε καθημερινά σε περίοπτες θέσεις ώστε να μην ξεχνιόμαστε και για να μην τα χάσουμε ποτέ από τη ζωή μας, να μην αλλάξει τίποτε. Και μετά παίρνουμε πρότυπα αβέρτα.
Το πιο ενδιαφέρον, όλα αυτά, σαν άλλος Νόμος του Godwin καταλήγουν πάντα στη δημοκρατία και πως αναγκαστικά οφείλουμε να τα ανεχτούμε ως ελεύθεροι και δημοκρατικοί άνθρωποι. Ναι, είμαστε δημοκρατία, ναι είμαστε ελεύθεροι να φερόμαστε όπως νιώθουμε και να συζητάμε τα πάντα, παντού. Τί είδους σκέψη όμως και δη λογική σκέψη θα μπορούσε ποτέ να έχει δοσμένη αρχή και τέλος; Και μάλιστα με όρους σόου; Λυγμοί, αίμα, φόβος και σπέρμα σφηνώνονται με το ζόρι σε κάθε ιδέα, μην αφήνοντάς την να ακολουθήσει την ομαλή πορεία της στον πραγματικό κόσμο ή όχι.
Ο τρόπος σκέψης είναι συγκεκριμένος και φτάνει μέχρι ένα επίπεδο αυστηρά, καθώς δίνεται σε έτοιμα templates, κόκκινα, κίτρινα ή μπλε για να συμπληρώσουμε απλά τις λεξούλες που λείπουν. “Το άσυλο των πανεπιστημίων είναι ιερό”. Συμπληρώστε παρακαλώ την ελεύθερη σκέψη σας. Και απ΄την άλλη “Τα κωλόπαιδα που ρημάζουν τα πανεπιστήμια”. Συμπληρώστε την ελεύθερη σκέψη σας. Αυτό δεν είναι ελευθερία. Αυτό είναι έτοιμα κουτάκια που καλείσαι απλά να βάλεις πινελιές, να σου πουν μπράβο και να συνεχίσει το τίποτα. Το “ναι μεν αλλά” δεν υπάρχει στο λεξιλόγιό μας.
Politically homeless (πολιτικά άστεγος) είναι ο αγαπημένος μου όρος όταν θέλω να περιγράψω το πώς νιώθουν πολλοί λίγο πριν από κάθε εκλογές. Πολιτικά άστεγοι είναι εκείνοι που δεν μπορούν να βρουν ένα πολιτικό κόμμα να ταυτιστούν, να εκπροσωπεί τις απόψεις και τις ιδέες τους. Μόνο που πια δεν αρκεί να περιγράψει το χάσμα.
Αυτό που νιώθουν κάποιοι σαφώς λιγότεροι αλλά αρκετοί ανάμεσά μας, είναι όχι μόνο πολιτικά αλλά και αξιακά και πολιτισμικά άστεγοι καθώς όχι μόνο δεν ταυτίζονται με κανένα πολιτικό κόμμα, αλλά και με κανέναν άνθρωπο, έστω να ανταλλάξουν μια κουβέντα. Εδώ, η έλλειψη ταύτισης, ακόμη και του βασικού τρόπου σκέψης έχει ξεπεράσει κατά πολύ την πολιτική και έχει απλωθεί παντού μετατρέποντας ανθρώπους σε κανονικότατους ξένους.
Οι νεο-άστεγοι ξεχωρίζουν εύκολα πια. Συνήθως θυμώνουν πολύ και μάλιστα χωρίς να υπάρχει κάμερα τριγύρω, χρησιμοποιούν το απαγορευμένο “ναι μεν αλλά” προκλητικά πολύ, δεν βλέπουν ποτέ τον Λιάγκα μα ούτε και τηλεόραση, ζητούν λύσεις από τα κράτη αντί να τα βάζουν με πρόσφυγες και παίρνουν templates από όλους ανακατεύοντας εκνευριστικά λέξεις και δοσμένα νοήματα.
Κυρίως, όλα αυτά, δεν τα βλέπουν ως πρόβλημα που οφείλει κανείς να το αντιμετωπίσει με θετική σκέψη, θετική στάση απέναντι στη ζωή, αλληλεγγύη και κατανόηση. Γνωρίζουν καλά πως δεν έχει κανένας τους πρόβλημα θυμού ή έλλειψη ευγένειας και χαμόγελου. Δεν φταίει καθόλου πως είναι μίζεροι και γρουσούζηδες και πολλά άλλα που τους καταλογίζονται ανά καιρούς. Αντίθετα, είναι ειλικρινά θυμωμένοι με όσα βλέπουν και αρνούνται να λύσουν το πρόβλημα απλά με θετική στάση ζωής, τουλάχιστον μέχρι να έχουν πραγματικά δεδομένα που να την εμπνεύσουν και όχι έτοιμη προπαγάνδα, με θέμα τη μεγάλη μείωση της ανεργίας, τις επενδύσεις που έρχονται και τη νέα καλύτερη ημέρα που μας ξημέρωσε.