Άρθρο Guardian για τις εργασιακές συνθήκες – «Πεθαίνοντας από τη ζέστη στην Ελλάδα»
Αφιέρωμα στις εργασιακές συνθήκες που επικρατούν στην χώρα μας κάνει ο βρετανικός theguardian , εκθέτοντας διεθνώς την Κυβέρνηση και γκρεμίζοντας με κρότο το αφήγημα του νέου Υπουργού που επιχειρεί να πείσει για την φιλεργατική του ταυτότητα.
Την ώρα που ο Υπουργός Εργασίας «διαφημίζει» με καμάρι την πρόθεση της Κυβέρνησης να θεσμοθετήσει ακόμη και την εντατικοποίηση της εργασίας με πλήρη απασχόληση σε πολλαπλούς εργοδότες, ρύθμιση μάλιστα που χαρακτήρισε «πάρα πολύ ωραία για την αγορά εργασίας», η εργασιακή πραγματικότητα που επικρατεί στην χώρα μας, ξεπερνά τα ελληνικά σύνορα.
Με ένα «πύρινο» ρεπορτάζ της, η ιστοσελίδα του έγκυρου βρετανικού Μέσου αναδεικνύει την εργοδοτική αυθαιρεσία και τις συνθήκες κάτω από τις οποίες αναγκάζονται να δουλεύουν οι εργαζόμενοι εν μέσω καύσωνα στην χώρα μας, ενώ παράλληλα, καταγγέλλεται η απροθυμία της Κυβέρνησης να βοηθήσει.
Το ρεπορτάζ με τίτλο «”Ήταν μια κόλαση, αλλά ο ιδιοκτήτης είπε ότι πρέπει να δουλέψω”: Πεθαίνοντας από τη ζέστη στην Ελλάδα» φιλοξενεί μαρτυρίες εργαζομένων σε τουριστικές περιοχές της χώρας εν μέσω υψηλών θερμοκρασιών και πυρκαγιών που έκαναν την ατμόσφαιρα ακόμη πιο αποπνικτική.
Ειδικότερα, o Guardian περιγράφει κάτω υπό ποιες συνθήκες εργάζονται στην Ελλάδα άνθρωποι στον κλάδο του τουρισμού.
Αρχικά, ο Guardian συνομίλησε με τον Ανδρέα Μάλλη, 57χρονου επαγγελματία του τουρισμού που έχει τη δική του βάρκα στη Μύλο για να κάνει βαρκάδες σε τουρίστες. Όπως λέει ο ίδιος: «Όταν γυρνάω σπίτι, μετά τα μεσάνυχτα, είναι τόσο ζεστά που δεν έχω την ενέργεια ούτε να πλύνω τα πιάτα. Το μόνο που κάνω είναι να πάω στην εκκλησία, να φάω λίγο και να κοιμηθώ, αλλά όχι δεν θα σκεφτόμουν ποτέ να κάτσι σπίτι. Εάν το κάνω αυτό, θα πρέπει να πουλήσω το σκάφος».
«Το κύμα καύσωνα έφερε μαζί του και μια νέα ανισότητα. Οι άνθρωποι που δεν έχουν άλλη επιλογή από το να εργάζονται σε εξωτερικούς χώρους σε αφόρητες συνθήκες καλούνται να διαλέξουν ανάμεσα στον βιοπορισμό και την φυσική τους επιβίωση».
Μάλιστα, ο Guardian γράφει και για τον τραγικό θάνατο του 46χρονου στην Χαλκίδα που εν μέσω καύσωνα έκανε διανομές με το ποδήλατό του και άφησε την τελευταία του πνοή έπειτα από συμπτώματα θερμοπληξίας.
«Στην κορύφωση του καύσωνα στις 20 Ιουλίου, ένας 46χρονος άνδρας που παρέδιδε φαγητό με ποδήλατο πέθανε από θερμοπληξία στην Εύβοια. Το περασμένο καλοκαίρι, περισσότεροι από 60.000 άνθρωποι σε όλη την Ευρώπη πέθαναν από ασθένειες που σχετίζονται με τη ζέστη».
Έπειτα, μεταφέρει την μαρτυρία της Ruseva Zormitse, νοσηλεύτριας στο Νοσοκομείο Κουλούριο στην Ύδρα εδώ και 22 χρόνια και που την τελευταία εβδομάδα του Ιουλίου, εισήγαγε τρία άτομα σε μια μέρα με θερμοπληξία.
«Έρχονται με συμπτώματα όπως ζαλάδα, πονοκέφαλος και εμετός. Κυρίως άνθρωποι που ήταν σε βάρκες ή έξω στον ήλιο όλη τη μέρα. Η ζέστη είναι ιδιαίτερα επικίνδυνη για ανθρώπους που λαμβάνουν φαρμακευτική αγωγή που ρίχνει την πίεση τους επειδή αυτά τα φάρμακα είναι διουρητικά. Συνήθως είναι τουρίστες γιατί οι Έλληνες ξέρουν τι να κάνουν. Αλλά εάν εργάζονται στον τουρισμό ακόμη και οι μαθημένοι είναι ευάλωτοι. Ιδιαίτερα οι ψήστες που κάθονται μπροστά στη φωτιά όλη την ημέρα, αλλά και οι εργαζόμενοι σε παραλίες. Τι μπορούν να κάνουν;».
«Η κυβέρνηση πέρασε νόμο για να σταματήσει την εργασία σε εξωτερικούς χώρους εν μέσω καύσωνα» αναφέρει. «Εάν εργάζεσαι στον ιδιωτικό τομέα κανένας δεν προστατεύεται, αυτή είναι η αλήθεια» τονίζει.
Όταν ρωτούν την γνώμη εργαζομένων σε beach bar και ξαπλώστες μέσω των αφεντικών τους, υποστηρίζουν ότι ο καιρός είναι πιο ζεστός απ’ ότι συνήθως, αλλά μπορούν να ανταπεξέλθουν με αρκετό νερό και σκιά.
Σε ένα διάσημο ξενοδοχείο που ξένοι τουρίστες απολαμβάνουν την Πελοπόννησο από τις ξαπλώστρες τους, η μαρτυρία ενός 43χρονου εργαζόμενου είναι αποκαλυπτική μιλώντας, όμως ο ίδιος, υπό το καθεστώς της ανωνυμίας.
Κραυγή εργαζομένου: «Κανένας δεν νοιάζεται»
«Την περασμένη εβδομάδα ήταν κόλαση. Πληρωνόμαστε 5 ευρώ την ώρα και εργαζόμαστε 11 με 12 ώρες την ημέρα χωρίς ρεπό. Πέρυσι αρρώστησα από τον ήλιο, έπαθα ηλίαση, όπως και ο συνάδελφός μου στην άλλη πλευρά της παραλίας. Μετά ήρθε ο ιδιοκτήτης με μερικά Gatorade και μας είπε “δυστυχώς πρέπει να δουλέψετε”» δηλώνει και προσθέτει «έχω ακόμη πονοκεφάλους και κράμπες στο στομάχι, αλλά κανένας δεν νοιάζεται. Η κυβέρνηση δεν μας βοηθάει, είναι πολύ ακροδεξιοί. Προσλαμβάνουν μόνο αστυνομικούς, ούτε τους πυροσβέστες που χρειαζόμαστε. Οι πυροσβέστες μας είπαν ότι η χώρα θα καεί και τώρα καίγεται».
Κίνδυνος νέας οικονομικής και υγειονομικής κρίσης
«Αυτό το καλοκαίρι, παρά την μεγάλη κατακραυγή και κριτική για την αποτυχία του να υιοθετήσει πολιτικές που θα αντιμετωπίζουν καταστροφές που σχετίζονται με τις υψηλές θερμοκρασίας, το δεξιό κόμμα της Νέας Δημοκρατίας υπό τον πρωθυπουργό Κυριάκο Μητσοτάκη κέρδισε με μεγάλη διαφορά τις εκλογές.
Η Ελλάδα υπό τον Μητσοτάκη, όπως και όλες οι ευρωπαϊκές χώρες, έχουν κατηγορηθεί ότι καθυστερούν στις προσπάθειες ανάσχεσης των επιπτώσεων της κλιματικής κρίσης και οικονομικοί αναλυτές εκτιμούν ότι θα εξελιχθεί σε οικονομική και υγειονομική κρίση, ιδιαίτερα για την τουριστική βιομηχανία».
«Οι τουρίστες που επισκέπτονται την Ελλάδα δεν περιμένουν τέτοια καταστροφή σε Ρόδο, Κρήτη και Κέρκυρα. Η Ρόδος, ιδικά, ήταν μια καταστροφή που ο ελληνικός τουρισμός δεν μπορεί να αντέξει να συμβεί ξανά. Εάν συμβεί άλλη μια ή δύο φορές αυτό θα είναι το τέλος για τον ελληνικό τουρισμό. Ο πραγματικός κίνδυνος δεν είναι ο καιρός, αλλά η αναποτελεσματικότητα του ελληνικού κράτους και της δημόσιας διοίκησης» σχολιάζει ο Δημήτρης Γιαννόπουλος, οικονομικός συντάκτης και πρώην εκπρόσωπος του Γιάνη Βαρουφάκη όταν ήταν υπουργός Οικονομικών.
«Είμαι εδώ για έξι μήνες και δεν παίρνω ρεπό»
Στη Μύλο, ένα δημοφιλές σουβλατζίδικο κοντά στο λιμάνι είναι υποστελεχωμένο και ο 42χρονος ψήστης Ιχάμπ από την Αίγυπτο δουλεύει για έκτη σεζόν στο νησί. Στις 6.30 το απόγευμα, έχει 36 βαθμούς και η ζέστη από την ψησταριά ανεβάζει τη θερμοκρασία κατά δέκα βαθμούς, ενώ δεν υπάρχει κλιματισμός.
«Είμαι εδώ για έξι μήνες και δεν παίρνω ρεπό. Αυτή είναι η τουριστική σεζόν στην Ελλάδα, δεν ξεκουράζεσαι. Δουλεύω 13 ώρες τη μέρα και δεν έχω φάει από το πρωί. Μόνο χυμό, καφέ και νερό. Δεν υπάρχουν αρκετοί άνθρωποι για να εργαστούν εδώ. Ένα τέτοιο μέρος χρειάζεται τρεις και τέσσερις ανθρώπους και είμαστε μόνο δύο» λέει στον Guardian.
«Δεν θέλω να πεθάνω γιατί κάποιος ήθελε ένα σουβλάκι»
Ο Ιχάμπ δούλευε κάποτε στις χώρες του Κόλπου, όπου οι θερμοκρασίες ξεπερνούν τους 43 βαθμούς και αναφέρει ότι εκεί το σύστημα απαγορεύει σε όλους να εργάζονται σε ανοικτούς χώρους από τις 12.30 έως τις 3 το μεσημέρι: «Δουλεύει περίφημα, αλλά η Ελλάδα δεν είναι έτοιμη για ένα τέτοιο σύστημα. Δεν είμαι ευχαριστημένος εδώ πια. Την περασμένη εβδομάδα ο φίλος μου έπαθε εγκεφαλικό ενώ δούλευε σε άλλο σουβλατζίδικο» καταγγέλλει.
«Αγχώθηκε πολύ και έπεσε κάτω όπου δούλευε. Δεν θέλω να μου συμβεί αυτό. Δεν θέλω να πεθάνω γιατί κάποιος ήθελε ένα σουβλάκι».
Πηγή: rosa.gr