Συμβολισμοί και νοήματα πίσω από την επίσκεψη Ράμα στην Αθήνα
Άρθρο Γνώμης του Αντιστρατήγου ε.α. Σταύρου Κουτρή*
Υποψηφίου Ευρωβουλευτού με τη ΝΙΚΗ
Η υποτιθέμενη αμηχανία της Ελλάδας και η ανικανότητά της να διαχειριστεί την πρόθεση του Ράμα να έρθει στη Αθήνα, μόνο τυχαία δεν είναι.
Ο Ράμα έρχεται στην Ελλάδα για την προσέγγιση με τους ομοεθνείς του εκτός Αλβανίας ενόψει των Αλβανικών εκλογών, ένα χρόνο πριν από αυτές και στην επέτειο της φυλάκισης Μπελέρη. Την χαρακτηρίζει «ιδιωτική» επίσκεψη, η οποία βέβαια περιλάμβανε και συνοδεία περίπου 150 υπουργών, δημάρχων του και λοιπών κολαούζων και βέβαια πούλμαν οπαδών από την Αλβανία. Αυτή δεν ήταν ιδιωτική επίσκεψη ήταν παρέλαση.
Στην ομιλία του ανέφερε ότι κανένας Έλληνας της Αλβανίας δεν διώχθηκε τα τελευταία 10 χρόνια, ότι γι’ αυτόν δεν υπάρχει θέμα Μπελέρη, αποκάλεσε τις δικαιολογημένες αντιδράσεις της Ελληνικής αντιπολίτευσης για τη φιέστα του εθνικιστικές κορώνες και εξέπεμψε μήνυμα φιλίας και αδελφοσύνης. Δεν αντιλαμβάνεται, βέβαια, ότι τα δήθεν συμφιλιωτικά του μηνύματα ακούγονται σαν κοροϊδία, σαν χλεύη, στ’ αυτιά μας.
Ο Ράμα ξεριζώνει μεθοδικά την Ελληνική μειονότητα από τα πατρογονικά της χώματα κλέβοντας και τις περιουσίες τους, εξοντώνει και δολοφονεί κάθε άτομο που ανήκει στην αναγνωρισμένη Ελληνική Εθνική Μειονότητα, θέτει ανύπαρκτα θέματα μειονοτήτων εντός Ελλάδος, περιφρονεί τα Ευρωπαϊκά θέσφατα για τα ανθρώπινα δικαιώματα, καταρρακώνει κάθε έννοια δικαιοσύνης, αγνοεί επιδεικτικά τις Ελληνικές θέσεις για το θέμα Μπελέρη, ισχυριζόμενος υποκριτικά την ανεξαρτησία της Αλβανικής Δικαιοσύνης, προσπαθεί να αναμιχθεί στα εσωτερικά της χώρας μας, ενώ τέλος έρχεται στην Αθήνα για να κάνει επίδειξη δύναμης και ικανότητας παρέμβασης στις ελληνικές εκλογές, στην επέτειο μάλιστα της φυλάκισης του Φρέντι Μπελέρη, κατηγορώντας την Ελλάδα για ρατσιστικό εθνικισμό, υποδαυλίζοντας παράλληλα τον Αλβανικό εθνικισμό και υποστηρίζοντας, ακούσατε-ακούσατε, ότι η «Η Ελλάδα είναι δική σας (των Αλβανών) όσο και των Ελλήνων».
Ακολουθεί δηλαδή την δοκιμασμένη συνταγή του Ερντογάν, κλιμακώνοντας τις προκλήσεις και τους ατιμωτικούς συμβολισμούς έναντι της χώρας μας, εφόσον γνωρίζει ότι η πειθήνια σε ξένα συμφέροντα ελληνική κυβέρνηση δεν θα αντιδράσει, αφού το μόνο που την ενδιαφέρει είναι η διατήρηση της εξουσίας ακόμα και σε μια ακρωτηριασμένη Ελλάδα.
Η κυβέρνησή της Ελλάδας, κατ’ αρχήν «διεμήνυσε» για το άκαιρο της επισκέψεως, αλλά ο κ. Ράμα την αγνόησε, για να το θέσουμε καλύτερα την περιφρόνησε. Και αυτή παρακολούθησε τα τεκταινόμενα για μια ακόμη φορά με απάθεια, και ίσως λίγη αμηχανία, σαν να συμβαίνουν σε άλλο πλανήτη, υποχωρώντας σε κάθε πρόκληση και αποδεχόμενη κάθε απαίτηση οποιουδήποτε γειτονικού κράτους, με τη λογική του «τι μπορούμε να κάνουμε;».
Είναι δυνατόν να τα αποδεχόμαστε όλα αυτά; Έχοντας μάλιστα το παράδειγμα της Γερμανίας, που απαγόρευσε στον Ερντογάν να κάνει αυτό που έκανε ο Ράμα στην Ελλάδα;
Όταν ο κ. Ράμα αποκαλεί τον κ. Μητσοτάκη ως τον «καλύτερο φίλο» του, εμείς ανησυχούμε!
Δεν μπορεί η Ελλάδα να εφαρμόσει «ήπια» έως «σκληρή» ή έστω «έξυπνη» ισχύ, για να μη γίνεται ρεζίλι και να διαφυλάξει τα συμφέροντά της;
Αυτή η αδικαιολόγητη στάση της καταρρέουσας Ελληνικής Κυβέρνησης δεν είναι καθόλου αθώα. Είναι απαράδεκτη, φοβική, ηττοπαθής, ύποπτη και κυρίως αντίθετη με το φρόνημα του ελληνικού λαού.
Ο Έλληνας μπορεί να νιώθει αγανακτισμένος, ντροπιασμένος και βαθιά απογοητευμένος λόγω της Κυβέρνησής του, αλλά ποτέ δεν νιώθει φοβισμένος. Η προσπάθεια δε κάποιων ελίτ, να ξεχαστούν τα εθνικά μας ιδεώδη, να ξεχαστεί η ιστορία, να απαξιωθεί η ορθοδοξία και τελικά να νιώσουν οι Έλληνες σαν ένα κομμάτι ενός ισοπεδωτικού πολυεθνικού «πάζλ» που στήνεται με μεγάλη σπουδή στην ίδια του τη χώρα, δεν θα αποδώσει.
Δεν θα αποδώσει γιατί οι Έλληνες θέλουν μόνο μια σπίθα για να ξαναθυμηθούν τις ελληνοχριστιανικές αξίες τους και δόξα τω Θεώ, οι σπίθες πλέον είναι πολλές και έχουν γίνει πυρκαγιά.
Και επιτέλους αν η κυβέρνηση δεν μπορεί να διαχειριστεί αυτά τα εθνικά θέματα, ας παραιτηθεί ώστε να αναλάβουν άλλοι που είναι ικανοί και θέτουν το συμφέρον των Ελλήνων, πάνω από κάθε ατομική επιδίωξη.
Και ο Αλβανός Πρωθυπουργός να θυμάται ότι το Βορειοπειρωτικό δεν έχει κλείσει.
* Ο Σταύρος Κουτρής, Αντιστράτηγος ε.α, γεννήθηκε στη Θεσσαλονίκη το 1956 με καταγωγή από τον Πολιχνίτο Λέσβου. Συνεχίζοντας την οικογενειακή παράδοση εισήλθε στη Σχολή Ευελπίδων, από την οποία αποφοίτησε πρώτος το 1978.
Επιλέχθηκε από τις Ειδικές Δυνάμεις, φοίτησε στο σύνολο των προβλεπομένων Σχολείων στην Ελλάδα και στο εξωτερικό, εκπαιδεύτηκε ως Αλεξιπτωτιστής Ελευθέρας Πτώσεως και Υποβρύχιος Καταστροφέας (ΟΥΚ), υπηρέτησε σε μάχιμες μονάδες των Καταδρομών και του Πεζικού, αλλά και σε επιτελεία σε Ελλάδα και εξωτερικό (ΟΑΣΕ – Βιέννη, κ.α.). Διοίκησε τη Στρατιωτική Σχολή Ευελπίδων (ΣΣΕ) και την 98 ΑΔΤΕ (επιπέδου Μεραρχίας)
Αποστρατεύθηκε το 2011 ως Αντιστράτηγος
Κατέχει Diploma και Μάστερ στην Επιστήμη των Ηλεκτρονικών Υπολογιστών (University οf Essex), είναι απόφοιτος της Σχολής Αμύνης του ΝΑΤΟ (Ρώμη) και του Κέντρου Διπλωματικών και Στρατηγικών Σπουδών της Γαλλίας (CEDS).
Διετέλεσε διαλέκτης των Σχολών Εθνικής Αμύνης και Πολέμου και Πρόεδρος της Ενώσεως Αποστράτων Αξιωματικών Στρατού (2020-23).
Είναι συνιδρυτής της εταιρείας «Advanced Battlefields Studies – Greece» και μέλος του «ΕΛ.ΙΣ.ΜΕ».
Τον Απρίλιο του 2024 αποδέχθηκε, με αίσθημα ευθύνης και διάθεση προσφοράς στην Πατρίδα και το Έθνος, πρόταση του Προέδρου του Κινήματος ΝΙΚΗ και συμπεριλήφθηκε στο Ευρωψηφοδέλτιο του.
Είναι παντρεμένος και πατέρας 2 υιών.
** Οι φωτογραφίες είναι από το internet.