Κυριακή των Βαΐων: Έθιμα και παραδόσεις
Η Κυριακή των Βαΐων, σύμφωνα με το χριστιανικό εορτολόγιο καθιερώθηκε να ονομάζεται η προηγούμενη Κυριακή της εορτής της Ανάστασης.
Από την Κυριακή των Βαΐων αρχίζει ουσιαστικά η λεγόμενη Μεγάλη Εβδομάδα ή Εβδομάδα των Παθών. Κατά την ημέρα αυτή εορτάζεται η ανάμνηση της θριαμβευτικής εισόδου του Ιησού Χριστού στα Ιεροσόλυμα όπου, κατά τους συγγραφείς των Ιερών Ευαγγελίων, οι Ιουδαίοι τον υποδέχθηκαν κρατώντας βάια ή βάγια (κλάδους φοινίκων) και απλώνοντας στο έδαφος τα ρούχα τους ζητωκραύγαζαν «Ὡσαννά, εὐλογημένος ὁ ἐρχόμενος ἐν ὀνόματι Κυρίου».
Κατά τους πρώτους αιώνες του Χριστιανισμού η εορτή της ανάμνησης αυτής τελούνταν μαζί με την ανάσταση του Λαζάρου. Αργότερα η δεύτερη μετατέθηκε κατά μία ημέρα πριν, το λεγόμενο Σάββατο του Λαζάρου.
Σήμερα, η Κυριακή αυτή τόσο στην Ανατολική όσο και στη Δυτική Εκκλησία θεωρείται ως αρχή των Αγίων Παθών. Παρά το χαρμόσυνο χαρακτήρα της, αρχικά η κατάλυση ψαριών, λαδιού και κρασιού την ημέρα αυτή θεωρήθηκαν ασυμβίβαστα προς την ιερότητα της Μεγάλης Εβδομάδας και της ακολουθούμενης νηστείας, προσαρμόζοντας αυτή ανάλογα.
Η παραπάνω ανάμνηση τιμάται ιδιαίτερα με εξέχουσα υμνολογία και μεγαλοπρεπή λειτουργία, στο τέλος της οποίας διανέμονται βάγια που έχουν προηγουμένως ευλογηθεί κατά την ακολουθία του όρθρου.
Τα έθιμα της αναπαράστασης
Σύμφωνα με το el.wikipedia.org, στις πρώτες εκκλησίες εορταζόταν η μνήμη αυτή με αναπαράσταση του γεγονότος.
Συγκεκριμένα, στους Αγίους Τόπους κατά τον 4ο αιώνα ο επίσκοπος ξεκινώντας με πομπή από το Όρος των Ελαιών εισερχόταν στα Ιεροσόλυμα επί «πώλου όνου» περιστοιχιζόμενος από τον κλήρο, ενώ οι πιστοί προπορεύονταν κρατώντας κλάδους φοινίκων.
Στους δε βυζαντινούς χρόνους τελούνταν ο λεγόμενος «περίπατος του Αυτοκράτορα», όπου η πομπή ξεκινούσε από τα ανάκτορα στην οποία συμμετείχε ο αυτοκράτορας κρατώντας την εικόνα του Χριστού πλαισιωμένος από το ιερατείο, όπου και κατέληγε στην Αγιά Σοφιά. Της αυτοκρατορικής αυτής πομπής ηγούνταν ο λαμπαδάριος ο οποίος έψελνε «Ἐξέλθατε ἔθνη καὶ θεώσασθε σήμερον τὸν βασιλέα τῶν οὐρανῶν…».
Σύμφωνα με τη μαρτυρία του Βαλσαμώνα, στο τέλος της εορτής αυτής ο μεν Αυτοκράτορας διένεμε ιδιόχειρα βάγια και σταυρούς, ο δε Πατριάρχης κεριά για τη Μεγάλη Εβδομάδα.
Το βυζαντινό αυτό έθιμο παρέλαβαν και τηρούσαν με ευλάβεια και οι Τσάροι της Ρωσίας, τους οποίους ακολουθούσε ο κλήρος ξεκινώντας από το Κρεμλίνο και καταλήγοντας στο μητροπολιτικό ναό.
Στην Ελλάδα αντ’ αυτών διατηρείται μόνο η διανομή των βαγιών από τους ιερουργούς των εκκλησιών.
Νηστεία
Αναφορικά με τη νηστεία της ημέρας αυτής υπάρχει μια διαφοροποίηση στο ζήτημα του αν καταλύεται ψάρι ή όχι. Η γνώμη του Θεόδωρου του Στουδίτη είναι ότι την Κυριακή των Βαΐων «τρώγεται ψάρι», επειδή θεωρείται Δεσποτική εορτή.
Για τον Άγιο Νικόδημο τον Αγιορείτη μόνο μία ημέρα της Μεγάλης Σαρακοστής τρώγεται ψάρι, δηλαδή την ημέρα του Ευαγγελισμού.
Είναι χαρακτηριστική η θέση των Aποστολικών Διαταγών όταν λένε: «Μετά από αυτές (δηλαδή τις εορτές των Χριστουγέννων και των Θεοφανείων), να τηρείτε τη νηστεία της Τεσσαρακοστής, η οποία περιλαμβάνει ανάμνηση της ζωής του Κυρίου και της νομοθεσίας. Να κρατιέται αυτή η νηστεία πριν από το Πάσχα, αρχίζοντας από τη Δευτέρα και συμπληρούμενη την Παρασκευή. Μετά από αυτές αφού σταματήσετε τη νηστεία, να αρχίζετε την αγία εβδομάδα του Πάσχα, νηστεύοντες κατ’ αυτήν όλοι με φόβο…» Είναι ενδεικτικοί οι όροι “αφού σταματήσετε τη νηστεία” και “να αρχίζετε”, οι οποίοι δείχνουν ότι μια νηστεία τελειώνει και μία άλλη αρχίζει. Αυτή που τελειώνει είναι η νηστεία της Μεγάλης Σαρακοστής και αυτή που αρχίζει είναι η νηστεία της Μεγάλης Εβδομάδας. άρα η εορτή αυτή βρίσκεται ανεξάρτητα ανάμεσα σε δύο νηστείες. Η θέση της λοιπόν δίνει το δικαίωμα να ομιλούν περί καταλύσεως κατ’ αυτήν την ημέρα ψαριού ή ακόμα και αυγού.