Ανακοινώθηκε η κατασκευή δικτύων διανομής φυσικού αερίου στο Ναύπλιο και το Αργος
Η Δημόσια Επιχείρηση Δικτύων Διανομής Αερίου (ΔΕΔΑ) ανακοίνωσε την κατασκευή δικτύων διανομής φυσικού αερίου στο Ναύπλιο και το Αργος.
Η ανακοίνωση από την εταιρεία έγινε άμεσα, μετά την δημοσιοποίηση την περασμένη Δευτέρα 17 Οκτωβρίου, της απόφασης του περιφερειάρχη Παναγιώτη Νίκα για την ένταξη του εν λόγω έργου στο ΠΕΠ Πελοποννήσου 2014 – 2020, με δημόσια δαπάνη ύψους 8.377.214,39 ευρώ και δικαιούχο την ΔΕΔΑ.
Σύμφωνα με την ανακοίνωση της εταιρείας, “το έργο που παρέμενε σε στασιμότητα από το 2017, έχει συνολικό προϋπολογισμό 15.300.000 ευρώ και συγχρηματοδοτείται από κεφάλαια της ΔΕΔΑ και πόρους του ΕΣΠΑ. Στο πλαίσιο του έργου θα κατασκευαστούν συνολικά 75 χιλιόμετρα δικτύου διανομής φυσικού αερίου και θα πραγματοποιηθούν τουλάχιστον 2.000 συνδέσεις καταναλωτών όλων των κατηγοριών, αριθμός ο οποίος θα είναι πολλαπλάσιος εφόσον υπάρξει μεγαλύτερη ζήτηση από την τοπική κοινωνία”.
Ο στόχος, σύμφωνα με την ίδια ανακοίνωση, είναι οι εργασίες κατασκευής του δικτύου να ξεκινήσουν στις αρχές του 2023. Παράλληλα με τις εργασίες αυτές, θα πραγματοποιούνται συνδέσεις καταναλωτών όλων των κατηγοριών (οικιακών, εμπορικών, βιομηχανικών), δίνοντας έμφαση στη σύνδεση των δημόσιων κτιριακών εγκαταστάσεων, όπως σχολείων και νοσοκομείων.
Αξίζει να σημειωθεί ότι όπως γνωστοποίησε ο διευθύνων σύμβουλος της ΔΕΔΑ Μάριος Τσάκας οι προδιαγραφές του έργου δίνουν την δυνατότητα στα νοικοκυριά και τις επιχειρήσεις, στο Ναύπλιο και το Αργος, να αποκτήσουν πρόσβαση στο φυσικό αέριο, αλλά και στα αέρια καύσιμα του μέλλοντος, όπως το βιομεθάνιο και το υδρογόνο”.
Οπως δήλωσε, ειδικότερα, ο Μ. Τσάκας “ένα σημαντικό έργο ενεργειακής υποδομής για την Περιφέρεια Πελοποννήσου μπαίνει, επιτέλους, σε τροχιά υλοποίησης. Η κατασκευή δικτύου διανομής στο Ναύπλιο και το Αργος θα παρέχει στα νοικοκυριά και τις επιχειρήσεις των περιοχών αυτών τη δυνατότητα να αποκτήσουν πρόσβαση στο φυσικό αέριο, αλλά και στα αέρια καύσιμα του μέλλοντος, όπως το βιομεθάνιο και το υδρογόνο.
Το ενεργειακό αποτύπωμα των πόλεων θα αλλάξει σημαντικά και, παράλληλα, θα ωφεληθεί η τοπική οικονομία, καθώς σε όλες τις φάσεις υλοποίησης του έργου θα δημιουργηθούν πολλές νέες θέσεις εργασίας”.