Παρασκευή, 22 Νοεμβρίου, 2024
ΑΡΘΡΑΚΟΙΝΩΝΙΑ

Α.Γ Καλλής: Δεν ξέρω…

Ακούω κάθε μέρα με θλίψη όλες αυτές τις δικαιολογίες ,τα φτηνά σενάρια, τις αλληλοκατηγορίες των μεν, των δε, των άλλων, των ίσως ,των μπορεί, των θα και όταν και στο μυαλό μου έρχονται οι στίχοι απ’ το τραγούδι τού Διονύση Σαββόπουλου…“δεν ξέρω τι να παίξω στα παιδιά ,έτσι κι αλλιώς τα ξέρουν όλα και σε κοιτάζουν με μάτια σαν κι αυτά…όταν ξυπνούν στις δύο η ώρα”….



Έτσι κι εγώ βρίσκω καταφύγιο στις παλιές ζωγραφιές των παιδιών μου , πού τα έχω καλά φυλαγμένα και ταξιδεύω ανάμεσα στα φωτεινά χρώματα τους , στους ήλιους που μιλάνε ,στα σπίτια πού γελάνε , στους ουρανούς που σκεπάζουν τρυφερά την παιδική ευτυχία ,την παιδική γαλήνη, την αφετηρία ενός ταξιδιού πού χάνεται με το πέρασμα των χρόνων στην βουή των δράκων πού από το στόμα τους βγαίνουν φωτιές πού καίνε τα όνειρα , πού από τις άγαρμπες κινήσεις τους γκρεμίζονται τα πολύχρωμα κάστρα από ζάχαρη και αστροσκόνη, που από τις νύχιες τους πάνω στις όμορφες ζωγραφιές χάνονται τα χρώματα και τα αρώματα , οι σκόρπιες ανυποψίαστες λέξεις πού ικετεύουν για λίγη σιωπή μέσα στο απέραντο αυτό θλιβερό τοπίο θυσίας των πάντων .

Δεν ξέρω …δεν ξέρω τι να πω στα παιδιά κάτω απ’ αυτές τις βαριές λαμαρίνες, στο αιμάτινο ποτάμι όπου οι λιγοστές χάρτινες βαρκούλες κουβαλάνε τα ξεχασμένα όνειρα μιας γενιάς θλιμμένης ..

δεν ξέρω